Κάποτε έδωσε σε κάποια φτωχή το χρυσό της σταυρό. Άλλοτε – χειμώνας ήταν – έβγαλε το επανωφόρι της για να ντύσει ένα ρακένδυτο κοριτσάκι. Και ή ιδία επέστρεψε στο σπίτι της φορώντας τα τριμμένα ρούχα τού φτωχού αυτού παιδιού πού ελέησε.
Οι γονείς της Παρασκευής τα έβλεπαν όλα αυτά πολύ υπερβολικά και την μάλωναν αυστηρά. Αύτη όμως συνέχιζε να σκορπίζει και να δίδει ψελλίζοντας: «Μακάριοι οι ελεήμονες, Ότι αυτοί έλεηθήσονται» (Ματθ. ε’ 7).
Έναν θεωρούσε μοναδικό της πλούτο ή Οσία: τον Χριστό! Χάριν αυτού τού Κυρίου Ιησού Χριστού και Νυμφίου της σε ηλικία 16 ετών, έφηβος πλέον, ή Παρασκευή αρνήθηκε προτάσεις γάμου και άνεχώρησε από το σπίτι της…
Έφθασε στη βασιλεύουσα Πόλη, Περπάτησε τούς δρόμους της ένδοξης πρωτεύουσας. Επισκέφθηκε τούς περίλαμπρους ιερούς Ναούς και Μονές της, προσκύνησε με ευλάβεια ιερά Λείψανα, ζήτησε συμβουλές και ευλογίες ενάρετων και όσιων ανθρώπων.
Και γεμάτη δύναμη και θεία χάρη, πανευτυχής πέρασε στην απέναντι όχθη, στην Ηράκλεια τού Πόντου, για να παραμείνει σ’ ένα Μονύδριο της ‘Υπεραγίας Θεοτόκου. Πέντε χρόνια έζησε έδώ ησυχίας, προσευχής, μελέτης, αυτοκριτικής και πνευματικού καταρτισμού.
Τώρα ένας άλλος ισχυρός ιερός πόθος την πλημμυρίζει. Θέλει να επισκεφθεί και να προσκυνήσει τούς Αγίους Τόπους, τα άγια μέρη όπου έζησε και περπάτησε ό ένανθρωπήσας Υιός και Λόγος τού Θεού. Ό Κύριος εκπλήρωσε την ιερή επιθυμία της δούλης του.
Ή Όσια έφθασε στην Παλαιστίνη και απήλαυσε τις μεγάλες ευλογίες από τα Ιερά Προσκυνήματα. Εδώ πληροφορήθηκε και για κάποιο ιερό γυναικείο αυστηρό Κοινόβιο, πού υπήρχε στην έρημο του Ιορδανού.
Τον τόπο αυτό επέλεξε για να μονάσει. Έδώ απήλαυσε και νέες πνευματικές εμπειρίες.
Με τον αγώνα της, την αδιάλειπτη προσευχή, την άσκηση της αγάπης και της διακονίας, την καλλιέργεια της υπομονής και της ταπεινοφροσύνης ή όσια Παρασκευή ανήλθε σε ύψη αρετής. Και ήταν μόλις 25 ετών.
Ή παρουσία της μέσα στο Κοινόβιο αποτελούσε για όλες τις μοναχές ένα δυνατό πρότυπο ζωής. Όμως δεν παρέμεινε για πολύ ακόμη ανάμεσα τους.
Με εσωτερική παρόρμηση του Αγίου Πνεύματος επιστρέφει στην πατρίδα της. Αφού κατέβηκε και έφθασε στο λιμάνι της Ίόππης (σημερινή Γιάφα), πήρε το καράβι και έφθασε στους Επιβάτες.
Περνώντας και πάλι από την Κωνσταντινούπολη κατέληξε στην Καλλικράτεια. Εδώ στον Ιερό Ναό των Αγίων Αποστόλων συνέχισε μόνη της την άσκηση της. Με το φωτεινό και άγιο παράδειγμα της φώτιζε την περιοχή με «φώς Χριστού».
Μετά από δύο χρόνια ό Κύριος την κάλεσε κοντά Του. Και ή Όσια παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα της στον Νυμφίο της πού υπεραγάπησε. Άγγελοι παρέλαβαν την αγνή ψυχή της και την ασφάλισαν στη χώρα του Παραδείσου…
Το ιερό της λείψανο θέλησε ό Κύριος να το αποκαλύψει μετά από θεία οπτασία. Οι ευσεβείς πιστοί της Καλλικράτειας το έναπέθεσαν με μύρα και ύμνους και τιμές στον Ιερό Ναό των Αγίων Αποστόλων.
Και εκεί πλήθος ασθενών, χωλών, κωφών, παραλυτικών, με τις πρεσβείες της Όσιας βρήκαν τη θεραπεία τους,
Από το 1641 το ιερό λείψανο της όσιας Παρασκευής της Έπιβατηνής βρίσκεται στον Ιερό Ναό των άγιων Τριών Ιεραρχών στο Ιάσιο της Μολδαβίας της Ρουμανίας, και την τιμούν εκεί ως πολιούχο και προστάτη τους.
0 Σχόλια