Ο Οσιος Αμβρόσιος τής Οπτινα, ήταν πραγματικά ανεξάντλητος. Δίκαια τόν είχαν ονομάσει οί σύγχρονοί του - μεγάλο γέροντα-.Ηταν πραγματικά μεγάλος καί γεμάτος χαρίσματα.Θά παραθέσουμε λίγα ακόμα περιστατικά πού μαρτυρούν τό αδιαμφισβήτητο προορατικό του χάρισμα. Δύο αδελφές σέ μία πλούσια,αρχοντική οικογένεια, διέφεραν ριζικά στόν χαρακτήρα. Η μία ευσεβής καί ειρηνική. Η άλλη η Βέρα, εγωϊστρια καί ανήσυχη. Οσες φορές τήν παρακαλούσε η αδελφή της, νά πάνε μαζί στήν Οπτινα, στόν στάρετς Αμβρόσιο, αρνιόταν μέ πείσμα. Αριστοκράτισσα αυτή καί φοιτήτρια στό Πανεπιστήμιο τής Μόσχας, νά επισκεφθεί έναν γέρο -λιτσιμέρα- (υποκριτή, πλάνο )! έτσι αποκαλούσε τόν π. Αμβρόσιο, τό θεωρούσε υποτιμητικό.Κάποτε όμως, γιά νά δείξει τήν ανωτερότητά της, υποχώρησε στήν παράκληση τής αδελφής της κι αποφάσισε νά τήν συνοδεύσει ώς τήν Οπτινα. Στόν δρόμο όμως, όλο καί κάτι ειρωνικό είχε νά πεί, σέ βάρος τών ανθρώπων πού τόσο ευλαβούνταν τόν στάρετς. Είχε μάθει κι ετούτο τό-φοβερο-:- Οταν ο στάρετς βγαίνει νά ευλογήσει τούς χριστιανούς, εκείνοι γονατίζουν. Αυτό τής έδινε πολύ στά νεύρα. - Εγώ, έλεγε, δέν πρόκειται μέ κανέναν τρόπο, νά γονατίσω. Νά δεχθώ τέτοιον υποβιβασμό ? Ποτέ! Πραγματικα, όταν έκανε τήν εμφάνισή του ο σεβάσμιος γέροντας, όλοι γονάτισαν.Μόνο η Βέρα ήταν όρθια,πλάϊ στήν πόρτα. Μάλιστα καθώς άνοιξε η πόρτα,τήν κάλυψε καί δέν φαινόταν.Ο στάρετς όμως γύρισε πρός τό μέρος της, τήν είδε όρθια καί τήν ρώτησε μέ χαρούμενο ύφος:- Μά ποιός γίγαντας στέκεται εδώ ?..καί χωρίς καθυστέρηση, τήν πλησίασε πιό κοντά καί συνέχισε μέ σιγανή φωνή:- Α! ναί είναι η Βέρα, πού ήλθε νά δεί τόν λιτσιμέρα( υποκριτη-πλάνο ). Η απροσδόκητη αυτή φράση, μέ τήν επιτυχημένη ομοιοκαταληξία, δημιούργησε στήν νεαρή φοιτήτρια, τά πιό αντίθετα αισθήματα. Θαυμασμό καί ντροπή.Από τό ένα μέρος, θαύμαζε τήν προφητική δύναμη τού στάρετς κι από τό άλλο δέν ήξερε πώς νά κρύψει τήν μεγάλη της ντροπή. Ποτέ δέν φανταζόταν ότι θά τής τύχαινε κάτι τέτοιο.Πάντως άρχισε νά σέβεται πολύ τό πρόσωπό του. Φεύγοντας από τήν Οπτινα, σκέφθηκε νά πάρει μαζί της καί τό πορτραίτο του- θά τό έβρισκε στό περίπτερο τής μονής, απ όπου τό αγόραζαν γιά ευλογία, όλοι σχεδόν οί προσκυνητές, Οταν έφθασε εκεί καί ρώτησε γιά τήν τιμή, τής είπαν πώς αξίζει είκοσι καπίκια μόνο. Περίμενε μεγαλύτερη τιμή, γι αυτό είπε μέ τήν σκέψη της:- Θεέ μου, τόσο λίγο? Εγώ ήμουν έτοιμη γιά ρούβλια.Πόσο φτηνός είναι ο μπάτιουσκα! Τήν ίδια μέρα τήν περίμενε καινούργια έκπληξη. Τήν ώρα τής κοινής ευλογίας, περνώντας από κοντά της ο στάρετς, τήν ακούμπησε απαλά στό κεφάλι καί μέ χάρη ψιθύρισε:- Πόσο φτηνός είναι ο μπάτιουσκα! Πόσο φτηνός! Εκείνη παρά λίγο νά χάσει τό μυαλό της. -Ακούς εκεί,μονολογούσε,...νά εξιχνιάζει όλες μου τίς σκέψεις! Μετά από χρόνια η Βέρα κατέληξε μοναχή στό Σαμορντίνο, τό γυναικείο μοναστήρι τού στάρετς καί κατά καιρούς διηγούνταν, τά δύο αυτά εντυπωσιακά περιστατικά.Η συνάντηση μέ τόν προορατικό στάρετς, είχε παίξει αποφασιστικό ρόλο στήν ζωή της. Οσο κυριαρχούσε στήν ψυχή της η άγνοια καί η υπεροψία, τόν θεωρούσε γέρο-λιτσιμέρα- καί -γλεύκους μεμεστωμένον-.Οταν όμως τήν επισκίασε η Χάρη, αντιλήφθηκε, πώς τόν καθοδηγούσε τό Αγιο Πνεύμα.Γι αυτό μπορούσε νά γνωρίζει τά -άδηλα καί τά κρύφια-.
Τό Γεροντικό τού Βορρά. Πέτρου Μπότση.
0 Σχόλια