Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΟΥ ΚΥΡΙΕ ΑΘΑΝΑΣΙΑΣ ΓΕΓΟΝΕ ΠΡΟΞΕΝΟΣ. ( ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ ).


 Σ'ένα από τά σπήλαια τού χειμάρρου τών κέδρων, κοιμήθηκε ήσυχα ένας ασκητής. Ηταν γερός,ευγενικός,ωραίος καί ευεργετικός άνθρωπος.Απλός καί ταπεινός. Γλυκός καί χαμογελαστός.Αγιος άνθρωπος μάλλον.Τό είπαμε ? Κάτω απ'τό ίδιο ρούχο,κρύβονται καί άθλιοι καί άγιοι. Κάτω απ'τόν αυτοκρατορικό σάκο καί όσιοι καί ταπεινοί συκοφάντες.Κάτω απ τό ίδιο κοσμικό φόρεμα καί άγγελοι καί λωποδίτες. Πόσοι είναι οι περισσότεροι? Κανέις δέν μπορεί νά τό ξέρει. Μόνο Ο Θεός. Πέθανε λοιπόν ο ασκητής καί τώρα κοίτονταν ακίνητος,ωχρός,ανέκφραστος,αμίλητος,παγωμένος. Ενα κουφάρι, πού σέ λίγο θά γέμιζε σκουλίκια. Πήγαν στήν σπηλιά του διάφοροι αναχωρητές. Καί ο Ιωάννης έμεινε νά τόν κοιττάζει.Τούτο τό χαριτωμένο πλάσμα,ο άνθρωπος, η εικόνα Τού Θεού, η κορυφή τής δημιουργίας, τό ευκίνητο, τό επιτήδειο γιά κάθε ενέργεια,τό προικισμένο μέ τόν λόγο καί τήν έκφραση,τούτο τό ζεστό καί ζωντανό όν, νά'ναι τώρα σ'αυτήν τήν κατάντια!..Κι έμεινε νά τόν βλέπει θλιμμένος ο Ιωάννης.:- Ιωάννη, ήταν άγιος,τούτος ο άνθρωπος,άκουσε ψίθυρο πλαϊ του. Κάνε ύμνο στήν θανή του. Τό αξίζει.  Ο Ιωάννης δέν μίλησε. Εξακολουθούσε νά βλέπει τόν νεκρό άνθρωπο συνεπαρμένος καί νά συλλογιέται εμπόνως. Νά απορεί, νά φιλοσοφεί,νά θεολογεί.  Υστερα από ώρα, πήρε νά ψάλλει αργά καί εγκάρδια, κάνοντας ύμνο εξόδιο, τά έντονα αισθήματα τής καρδιάς του.: -Θρηνώ καί οδύρομαι,όταν εννοήσω τόν θάνατον καί ίδω εν τοίς τάφοις κειμένην τήν κατ'εικόναν Θεού πλασθείσαν ημίν ωραιότητα,άμορφον,άδοξον,μή έχουσαν είδος. Ω! τού θαύματος! Τί τό περί ημάς γέγονεν μυστήριον? Πώς παρεδόθημεν τη φθορά καί συνεζεύχθημεν τω θανάτω...   Εψαλλε αργά, γλυκά ,πονεμένα,εκστατικά ο Ιωάννης καί τά δάκρυα κυλούσαν ήσυχα στά μάγουλά του.- Πώς παρεδόθημεν τή φθορά? Πώς?... Απόλυτη ησυχία βασίλευε στό σπήλαιο. Απορία καί δάκρυ. Ο ύμνος τού Ιωάννη, σάν στίχος,σάν μουσική, σάν πρωτάκουστη υπέροχη εκτέλεση, τόσο εγκάρδια,τόσο εσώψυχη, τούς είχε συνεπάρει. Εστειλε τήν σκέψη του, στήν αιτία τού θανάτου ο Ιωάννης τώρα.Τήν έζησε. Καί πήρε πάλι νά ψάλλει, δίνοντας απάντηση στό μέγιστο ερωτηματικο ?:- Κατ'εικόνα Σήν καί ομοίωσην πλαστουργήσας κατ αρχάς τόν άνθρωπον εν παραδείσω τέθεικας κατάρχειν Σου τών κτισμάτων,φθόνου δέ διαβόλου απατηθείς,τής βρώσεως μετέσχε, τών εντολών Σου παραβάτης γεγονώς. Διό πάλιν είς γήν εξ ής ελήφθη,κατεδίκασας επιστρέφειν, Κύριε.- ... - Ετσι.Βέβαια.Μάλιστα...έτσι είναι ψιθύριζαν οί ασκητές στήν σπηλιά,σιγοκουνώντας τό κεφάλι τους. Πολύ σωστά καί ζωντανά, μέσα σέ λίγα λόγια, απάντησε στό ερωτηματικό ο Ιωάννης. Κι άλλοτε τά είχαμε διαβάσει, μά πρώτη φορά  μπήκαν τόσο βαθειά στόν νού, τήν καρδιά καί τήν ψυχή μας. Τώρα μία ακτίνα φωτός,φάνηκε στό συννεφιασμένο,βροχερό,χειμωνιάτικο πρόσωπο τού Ιωάννη.Ακτίνα ανοιξιάτικου φωτός. Φωτός Αναστάσεως. Νέας ζωής. Πήραν νά λάμπουν σάν μαργαριτάρια τά δάκρυα. Τούτο τό φώς τό'φερε τό γεγονός,πού πήρε στήν συνέχεια στήν σκέψη του ο Ιωάννης! Ο θάνατος Τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.Ναί, ο θάνατός Του. Καί κίνησε πάλι τό δοξάρι τής φωνής του,πάνω στίς πιό γλυκύφθογγες χορδές τής ψυχής του καί πήρε νά ψάλλει ευγνώμονα:-Ο θάνατός Σου Κύριε, αθανασίας γέγονε πρόξενος, εί μή γάρ εν μνήματι κατετέθης,ούκ άν  ο Παράδεισος ηνέωκτο,διό τόν μεταστάντα ανάπαυσον ώς φιλάνθρωπος. Αμήν!

Τό Αηδόνι Τού Θεού.Αφηγηματικη βιογραφία τού Αγίου Ιωάννου τού Δαμασκηνού. Ιωσήφ Δ.Αγαπητού.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια