ΕΙΜΑΣΤΕ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΚΑΙ ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ. ( ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΡΟΣΤΑΝΔΗΣ ).





Ξαφνικά ο γέροντας έκανε το σημείο του Σταυρού στον αέρα τρείς φορές. Και είδα πλήθως πτωμάτων και ποταμούς αίματος. Άγγελοι πετούσαν πάνω από τους φονευθέντες και μετά δυσκολίας κατάφεραν να ανεβάσουν τις ψυχές των Χριστιανών ενώπιον του θρόνου του Θεού. Έψαλλον -Αλληλούΐα. Ήταν τρομερό να βλέπεις όλα αυτά.
Έκλαυσα πικρά και προσευχήθηκα. Ο γέροντας με έπιασε με το χέρι και είπε:
-Μή κλαίς. Ό Κύριος το έκρινε αυτό αναγκαίο έξ αιτίας της χλιαρής πίστεως και της αθλιότητος μας. Έτσι πρέπει να γίνει. Ό ίδιος ο Σωτήρας μας, ό Ιησούς Χριστός, έπαθε και έχυσε το Πανακήρατον Αίμα του επάνω στον Σταυρό. Έτσι λοιπόν θα μαρτυρήσουν πολλοί ακόμη για τον Χριστό – εκείνοι που θα αρνηθούν να δεχτούν την σφραγίδα του Αντιχρίστου, θα χύσουν το αίμα τους και θα λάβουν τον στέφανο του μαρτυρίου.
Κατόπιν ο γέροντας προσευχήθηκε, έκανε τρείς φορές τον σταυρό του προς ανατολάς και είπε:
-Εδώ εκπληρώνεται η προφητεία του Δανιήλ. Το έσχατο βδέλυγμα της ερημώσεως. Είδα τον ναό της Ιερουσαλήμ και ένα αστέρι επάνω στο τρούλλο του. Εκατομμύρια άνθρωποι συνωστιζόταν γύρω από το ναό, προσπαθώντας να εισέλθουν μέσα. Ήθελα να κάνω τον σταυρό μου, αλλά ο γέροντας μου έπιασε το χέρι και είπε πάλι:
-Εδώ είναι το βδέλυγμα της ερημώσεως. Εισήλθαμε στον ναό, όπου υπήρχε πλήθος κόσμου. Και να! Είδα ένα θρόνο στον μέσον του ναού. Γύρω του έκαιγαν τρείς σειρές μαύρα κεριά από πίσσα· και πάνω στόν θρόνο καθόταν ο εξουσιαστής του κόσμου, ντυμένος με λαμπερή κόκκινη πορφύρα, με ολόχρυσο στέμμα με διαμάντια κι ένα άστρο. Ρώτησα τον γέροντα ποιός ήταν αυτός. -Είναι ο Αντίχριστος είπε, Ψηλός, με μαύρα μάτια σαν κάρβουνο, μαύρη μυτερή γενειάδα, πρόσωπο σκληρό, πανούργο και μοχθηρό σαν αγρίμι και γαμψή μύτη.
Ξαφνικά ο Αντίχριστος πετάχθηκε από τον θρόνο, τεντώθηκε με όλη του την μεγαλοπρέπεια, σήκωσε ψηλά το κεφάλι και άπλωσε το χέρι του πρός το πλήθος. Τα νύχια των δακτύλων του ήταν σαν της τίγρεως και άρχισε να βρυχάται με την κτηνώδη φωνή:
-Εγώ είμαι ο Θεός σας, ο βασιλεύς και κυβερνήτης σας. Όποιος δεν δεχθεί την σφραγίδα μου θα πεθάνει επί τόπου. Όλοι έπεσαν στα γόνατα, προσκύνησαν και δέχθηκαν την σφραγίδα στα μέτωπα τους. Μερικοί όμως προχώρησαν μπροστά θαρραλέα και φώναξαν όλοι μαζί με δυνατή φωνή:
-Είμαστε Χριστιανοί και πιστεύουμε στον Κύριο Ιησού Χριστό. Αμέσως το σπαθί του Αντιχρίστου άστραψε και τα κεφάλια των νεαρών Χριστιανών κύλησαν κάτω· το αίμα τους χύθηκε για την πίστι του Χριστού. Κατόπιν έφεραν μέσα νεαρούς, γυναίκες και μικρά παιδιά. Αυτή την στιγμή εξαγριώθηκε ακόμη περισσότερο και ούρλιαζε σαν θηρίο: -Θάνατος. Αυτοί οι Χριστιανοί είναι εχθροί μου – θανατώστε τους. Ακολούθησε αμέσως εκτέλεσις. Κύλησαν κεφάλια στο πάτωμα και σε ολόκληρο τον ναό έρρευσε αίμα Ορθοδόξων.
Κατόπιν έφεραν ένα δεκάχρονο αγόρι για να προσκυνήση. -Πέσε στα γόνατα, του είπαν. Το παιδί όμως πλησίασε στον θρόνο του Αντιχρίστου με θάρρος: -Είμαι Χριστιανός και πιστεύω στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Κι εσύ είσαι ένας δαίμονας, ο υπηρέτης του Σατανά· είσαι ο Αντίχριστος. -Θάνατος!, κραύγασε μ’ ένα τρομερό, κτηνώδες μούγκρισμα. Όλοι γονάτισαν μπροστά στον Αντίχριστο. Ξαφνικά έπεσαν χιλιάδες κεραυνοί και χιλιάδες αστραπές με πύρινα βέλη διέσχισαν τον αέρα και κτύπησαν τους υπηρέτες του Αντιχρίστου. Το μεγαλύτερο βέλος που ήταν φλογερό και είχε το σχήμα του σταυρού, έπεσε απ’ τον ουρανό στο κεφάλι του Αντιχρίστου. Κούνησε το χέρι του και έπεσε· το στέμμα του κύλησε στο έδαφος και πέταξαν εκατομμύρια πουλιά ραμφίζοντας τα πτώματα των άθεων υπηρετών του.
Τότε ένοιωσα τον γέροντα να με κτυπά στον ώμο και να μου λέει: -Άς προχωρήσουμε στον δρόμο μας. Και να! Είδα και πάλι πλήθος αίματος – έφθανε μέχρι τα γόνατα, μέχρι την μέση. Ώ, πόσο Χριστιανικό αίμα χύθηκε! Τότε θυμήθηκα τα λόγια του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Αποκάλυψη: -καὶ εξήλθεν αίμα εκ τής ληνού αχρι τών χαλινών τών ίππων-. (Αποκ. Ιδ’ 20). Ώ Κύριε, σώσε με τον αμαρτωλό. Με κυρίευσε μεγάλος φόβος. Δεν ήμουν ούτε ζωντανός, ούτε νεκρός. Τότε είδα πολλούς αγγέλους να πετούν και να ψάλλουν: -Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ. Ό γέροντας προσευχόταν γονατιστός. Κατόπιν σηκώθηκε και είπε τρυφερά: -Μη λυπάσαι. Γρήγορα, γρήγορα θα έλθει το τέλος του κόσμου. Να προσεύχεσαι στον Θεό. Είναι οικτίρμων στους δούλους του.


Από όραμα του αγίου την νύκτα της 1ης Ιανουαρίου 1908, όπου του παρουσιάσθηκε ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ – γέροντας).

Από το βιβλίο: «ΔΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΠΛΑΝΗΘΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΝ», Εκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια