.Ω, δόξα νά'χει ο ευεργέτης Θεός,ο γραπτός λόγος γιά τήν διάδοση τού θείου λόγου δέν έμεινε υπό τήν γήν,υπό τό μόδιον, δέν έμεινε νά μουχλιάζει σέ συρτάρια καί ντουλάπια. Κάποτε,άν τό επέτρεπε Ο Θεός,θά έφθανε καί στούς νεώτερους,στούς αναμενόμενους. Ωστόσο δέν έλειπαν καί πολλοί καί διάφοροι πού ζητούσαν ελεημοσύνη. Οσο πλήθαινε ο κόσμος πού παρακολουθούσε τίς ιερουργίες, τόσο πλήθαιναν καί οί άποροι, μέ τίς χίλιες δυό στερήσεις καί ανάγκες. Ευτυχώς πού μέ μικροποσά καί πρόχειρα κέρματα, ξεμπέρδευε τούς υπόπτους, τούς - κατ'επάγγελμα ζητιάνους-. Ο Κωστής ,πικραινόταν,ξερόβηχε,ξεροκατάπινε,αλλά από τότε μ'εκείνο τό εικοσιπεντάρικο τού χρεώστη τού γραμματίου πού μονομερίς αυγάτισε κι έγινε μικρό κεφαλαιάκι, δέν έφερνε αντίρρηση. Θυμάται πού τού'χε πεί εκείνο τό ευλογημένο βράδυ.... -Κώστα μου, εμείς δέν έχομεν, Ο Θεός όμως δέν στερείται ουδενός. Αποφασίζει καί λαμβάνομεν. Μήν αποθαρρύνεσαι ποτέ.
Καί νά,αυτές τίς ημέρες, φάνηκε ένας επί πλέον δυστυχισμένος. Ηταν ψηλός, χλωμός καί κίτρινος σάν τό λεμόνι, μέ γκρίζα μαλλιά στούς κροτάφους. Κρατούσε στό χέρι κάτι συνταγές από γιατρό καί σχεδόν έτρεμε. - Σεβασμιώτατε ,ψιθύρισαν τά χείλη του, μόλις βγήκα από απέναντι.- Από τόν Ευαγγελισμό ? ..-Μάλιστα.. -Τί επιθυμείς ?- Είμαι οικοδόμος καί μέ συμβούλευσαν οί γιατροί, νά μήν δουλέψω καμιά δεκαπενταριά μέρες. Μού'δωσαν κι ετούτο τό χαρτί πού γράφει ένα σωρό φάρμακα, μά πού νά τά βρώ τά λεφτά....δέν έχω δεκάρα.Αν δέν μέ βοηθήσετε θά λιώσω στά πόδια μου. Εστειλε αμέσως τόν κλητήρα,κάλεσε τόν Κωστή, αλλά εκείνος σήμερα, δέν κρατούσε ούτε μία πεντάρα γιά σπίρτα.Οτι οικονόμησαν δεκαοκτώ μέρες, τά μέτρησε προχθές στόν Λέώνη. Κοίταξε γιά κάμποσο ο ένας τόν άλλον καί σώπαιναν. - Χμ.. έχω κάποιο δέμα μέ εσώρουχα, παραμίλησε. Είναι δώρο από τήν Αιγυπτον.Καί παρακάλεσε τόν Κωστή νά ειδοποιήσει τήν κυρά-Στάσα, τήν γριά πλύντρια καί σιδερώστρα.- Κυρία Αναστασία, τής είπε μόλις τήν είδε, φέρε σέ παρακαλώ τό πακέττο μέ τίς αλλαξιές πού ήλθε από τήν Αιγυπτον. -Τί τό θέλετε Σεβασμιώτατε ?..- Είναι ανάγκη νά τό παραχωρήσουμε είς τόν αδελφόν μας, εδώ...- -Μά θαρρώ, δέν έχετε άλλα εσώρουχα γιά ν'αλλάξετε..- Δέν πειράζει. Η γριά έφυγε σκυφτή μουρμουρίζοντας. Σέ λίγο έφερε τό δέμα. - Ακουσε αδελφέ , είπε παραδιδοντάς το στόν χλώμό επισκέπτη. Αυτό τό δέμα, περιέχει εσώρουχα καί είναι καινούρια. Νά τά πάς κάτω στό Μοναστηράκι,στήν αγορά.Μέ τά χρήματα πού θά σού δώσουν,θά τά καταφέρεις νά προμηθευθείς τά φάρμακα καί νά συντηρηθείς επί δύο εβδομάδας. Είς τήν ευχήν Τού Θεού. Ο χλωμός άνθρωπος συγκινήθηκε, μέ δυσκολία έκανε ένα δύο βήματα. Εσκυψε ώσαμε χάμου καί φίλησε τό κράσπεδο τού ράσου του. Πήρε τό δέμα καί προχωρώντας τόξευε ευχές ευγνωμοσύνης.
Ο Αγιος του αιώνα μας. Οσιος Νεκτάριος Κεφαλάς. Σώτου Χονδρόπουλου.
0 Σχόλια