ΟΙ ΑΓΙΕΣ ΜΑΡΘΑ ΚΑΙ ΜΑΡΙΑ ΟΙ ΑΔΕΛΦΕΣ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ ( 4 ΙΟΥΝΙΟΥ ).


Η οικογένεια του αγίου Λαζάρου είχε την ύψιστη ευλογία να απολαμβάνει τη φιλία με τον Κύριό μας Ιησού Χριστό και να Τον φιλοξενεί στο σπίτι της.
Σύμφωνα με τις ευαγγελικές διηγήσεις, ζούσαν η ευσεβής οικογένεια του Λαζάρου και των δύο αδελφών του, της Μάρθας και της Μαρίας στην κώμη Βηθανία, ένα μικρό χωριό, που ταυτίζεται παραδοσιακά με τη σημερινή πόλη αλ-Εϊζαριγιά, στη Δυτική Όχθη, στους ανατολικούς πρόποδες του όρους των Ελαιών, περίπου 2,5 χιλιόμετρα ανατολικά της Ιερουσαλήμ. Δεν αναφέρεται πως συνδέθηκαν με φιλία με τον Κύριο.
Εικάζουμε ότι συνδέονταν με κάποια μακρινή συγγένεια.
Στο 10ο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του Λουκά αναφέρεται μια από τις επισκέψεις του Χριστού στο σπίτι τους στη Βηθανία. Η μεγαλύτερη αδελφή, η Μάρθα, ήταν η οικοδέσποινα και φρόντιζε να προσφέρει περισσή φροντίδα για τον υψηλό επισκέπτη τους και τους μαθητές Του. Ο Κύριος καθισμένος δίδασκε και η μικρότερη αδελφή η Μαρία άκουγε με προσοχή καθήμενη στα πόδια Του, αδιαφορώντας για να προσφέρει τη βοήθειά της στην κοπιώσα Μάρθα.
Η απορρόφησή της Μαρίας από τα θεία λόγια του Χριστού και η αδιαφορία της να βοηθήσει την αδελφή της, ενόχλησε τη Μάρθα και γι’ αυτό παραπονέθηκε στο Χριστό, ότι την εγκατέλειψε μόνη να ετοιμάσει την φιλοξενία και Του ζήτησε να αφήσει την ακρόαση του λόγου Του και να τη βοηθήσει στην διακονία της.
Τότε λοιπόν ο Χριστός βρήκε την ευκαιρία να διδάξει την Μαρία ότι η ενασχόληση με τα πνευματικά θέματα είναι ασύγκριτα πιο σημαντική από την ενασχόληση με τα υλικά και τις βιοτικές μέριμνες.
Της είπε: «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και τυρβάζεις για πολλά πράγματα, αλλά όμως για ένα υπάρχει ουσιαστική χρησιμότητα». «Η αδελφή σου η Μαρία επέλεξε την αγαθή μερίδα, έκαμε την σωστή επιλογή, με το να ακούει τα σωτήρια λόγια μου».
Σύμφωνα με άλλες ευαγγελικές ρήσεις του Κυρίου τα λόγια Του είναι ζωή, όχι βιολογική, αλλά πνευματική, αληθινή, «τά ρήματα ἅ ἐγώ λαλῶ ὑμῖν, πνεῦμά ἐστι καί ζωή ἐστιν» (Ιωάν.7,63). Γι’ αυτό η Μαρία είχε απορροφηθεί από αυτά, διότι αισθανόταν στην άδολη και αγνή ψυχή της τα σωτήρια μηνύματά τους.
Εικάζουμε πως μετά από αυτό και η Μάρθα άφησε τις ετοιμασίες και κάθισε να ακούσει τα θεία λόγια του Ιησού.
Ο ιερός Ευαγγελιστής αναφέρει και μια άλλα λεπτομέρεια σε αυτή τη διήγηση. Πολύς κόσμος είχα μάθει για την επίσκεψη του φημισμένου δασκάλου στο χωριό τους και συγκεντρώθηκαν να Τον δουν και να ακούσουν το κήρυγμά Του.
Κάποια γυναίκα από το πλήθος ενθουσιάστηκε από τα λόγια Του και άρχισε να φωνάζει, απευθυνόμενος σε Αυτόν: «Μακάρια είναι η κοιλιά που σε γέννησε και οι μαστοί που σε θήλασαν»!
Ο Κύριος συμφώνησε, απαντώντας «μενούνγε», που σημαίνει «βεβαίως». Και πρόσθεσε: «μακάριοι όσοι ακούν τα λόγια μου και το εφαρμόζουν στη ζωή τους» (Λουκ.10, )!
Αλλά υπάρχει και άλλη ευαγγελική διήγηση για τις δύο αδελφές. Ο διάλογος του Χριστού με αυτές κατά την ανάσταση του αδελφού τους Λαζάρου.
Λίγο πριν την είσοδό Του στην Ιερουσαλήμ ο Κύριος, για να υποστεί το εκούσιο Πάθος Του, έλαβε μήνυμα από τη Μάρθα και τη Μαρία ότι ο Λάζαρος ήταν βαριά άρρωστος και Τον παρακαλούσαν να πάει να τον γιατρέψει, όπως είχε γιατρέψει τόσους άλλους.
Ο Χριστός όμως δεν έσπευσε αμέσως, αλλά καθυστέρησε σκοπίμως, διαβεβαιώνοντας τους απεσταλμένους πως «αύτη η ασθένεια ούκ έστι προς θάνατον, αλλ’ υπέρ της δόξης του Θεού, ίνα δοξασθή ο υιός του Θεού δι΄ αυτής» (Ιωάν.11,4). Αλλά ο Λάζαρος πέθανε και θάφτηκε σε σπηλαιώδες μνημείο.
Ο Χριστός αφού έμεινε δύο ημέρες στον τόπο που βρισκόταν πήρε τους μαθητές του και γύρισε στην Ιουδαία και κατευθύνθηκε στη Βηθανία, παρ’ όλο ότι οι μαθητές Του τον προειδοποιούσαν για τον κίνδυνο να τον λιθοβολήσουν οι Ιουδαίοι.
Καθ’ οδόν τους διαβεβαίωνε πως «Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται, αλλά πορεύομαι ίνα εξυπνίσω αυτόν. Είπον ουν οι μαθηταί αυτού, Κύριε, ει κεκοίμηται, σωθήσεται. Ειρήκει δε ο Ιησούς περί του θανάτου αυτού, εκείνοι δε έδοξαν ότι περί της κοιμήσεως του ύπνου λέγει. Τότε ουν είπεν αυτοίς ο Ιησούς παρρησία, Λάζαρος απέθανε, και χαίρω δι’ ημάς, ίνα πιστεύητε, ότι ουκ ήμην εκεί» (Ιωάν.11,12-15).
Η ενθουσιώδης Μάρθα, όταν έμαθε ότι ο Χριστός έρχεται στην βυθισμένη στο πένθος Βηθανία, έτρεξε να Τον προϋπαντήσει και με απόλυτη εμπιστοσύνη σε Αυτόν του είπε: «Κύριε, ει ης ώδε, ο αδελφός μου ουκ αν ετεθνήκει. Αλλά και νυν οίδα ότι όσα αν αιτήση τον Θεόν, δώσει σοι ο Θεός».
Ο Ιησούς της λέει ξεκάθαρα: «αναστήσεται ο αδελφός σου» (Ιωάν.11,24) και διαβεβαιώνει πανηγυρικά: «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται΄ και πας ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα» (Ιωάν.11,26). Μετά ζήτησε να τον οδηγήσουν στο μνημείο και να άρουν τον λίθο από την θύρα του σπηλαίου.
Τότε η Μαρία τον προειδοποίησε: «Κύριε, ήδη όζει΄ τεταρταίος γαρ εστι».
Ο Χριστός της είπε πως «ουκ είπον σοι ότι εάν πιστεύσης όψει την δόξαν του Θεού;» (Ιωάν.11,40).
Αφού κύλησαν το λίθο ο Κύριος στάθηκε μπροστά στο μνημείο και σήκωσε τα μάτια στον ουρανό και είπε: «Πάτερ, ευχαριστώ σοι ότι ήκουσάς μου. Εγώ δε ήδειν ότι πάντοτέ μου ακούεις΄ αλλά δια τον όχλον τον παρεστώτα είπον, ίνα πιστεύσωσιν ότι συ με απέστειλας» (Ιωάν.11,41).
Κατόπιν φώναξε με δυνατή φωνή: «Λάζαρε δεύρο έξω». Το θαύμα έγινε, ο Λάζαρος έζησε και εξήλθε του μνημείου δεμένος με τα νεκρικά ενδύματα. Ο Χριστός έδωσε εντολή να τον λύσουν και να περπατήσει.
Μετά από αυτό οι δύο άγιες αδελφές κάλεσαν τον Κύριο στο σπιτικό τους να τον φιλοξενήσουν και να τον ευχαριστήσουν για το θαύμα της ανάστασης του αδελφού τους.
Κατά τη διάρκεια του δείπνου η Μαρία πήρε ένα πολυτελές δοχείο και το άδειασε στα πόδια του Χριστού, και κατόπιν έλυσε τα πλούσια μαλλιά της και τα σκούπισε με αυτά και ευωδίασε όλος ο οίκος.
Τότε ο μελλοντικός προδότης μαθητής Ιούδας ο Ισκαριώτης εξέφρασε τη «λύπη του» για την έκχυση του πολύτιμου μύρου, λέγοντας ότι αυτό θα μπορούσε να πωληθεί και να δοθεί στον φτωχούς.
Αλλά «εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ' ὅτι κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν» (Ιωάν.12,6)!
Και ο Χριστός τον αποστόμωσε λέγοντας: «ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό. τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ’ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε» (στ.7).
Εικάζεται ότι ακολούθησαν το Χριστό κατά την είσοδό Του στην Ιερουσαλήμ και βίωσαν τα τραγικά γεγονότα της σύλληψης, της δίκης και της σταύρωσής Του.
Η εκκλησιαστική παράδοση τις θέλει να συγκαταλέγονται στις άγιες Μυροφόρες, με την φράση του ευαγγελιστή Ματθαίου «εν αις» (Ματθ.27, 56), γενόμενες μάρτυρες της Αναστάσεως.
Μετά τον λιθοβολισμό του αγίου Στεφάνου οι Ιουδαίοι άρχισαν σφοδρό διωγμό κατά των χριστιανών. Μεταξύ των άλλων συνελήφθησαν και οι άγιες Μάρθα και Μαρία, οι οποίες διώχτηκαν στην εξορία.
Το πλοίο που μετέφερε την Μάρθα προσάραξε στην Προβηγκία, στη νότια Γαλλία.
Η αγία εγκαταστάθηκε εκεί και άρχισε τον ευαγγελισμό στις πόλεις Αβινιόν και Ταρασκόν, κηρύσσοντας με θέρμη τον αναστημένο Χριστό και μεταστρέφοντας πολλούς.
Δημιούργησε ένα ευλογημένο κοινόβιο με άλλες ενάρετες γυναίκες, αφιερωμένες στην υπηρεσία της Εκκλησίας και των ενδεών.
Κοιμήθηκε σε προχωρημένη ηλικία και ετάφη με τιμές από την αδελφότητα. Σώζεται ο τάφος της και είναι ως τα σήμερα η προστάτης της Προβηγκίας. Σώζεται επίσης η τιμία κάρα της και η δεξιά της χείρα, τα οποία λιτανεύονται κατά τις εορτές του ναού.
Το πλοίο με την αγία Μαρία και τους λοιπούς χριστιανούς έφτασε στην Γαλλία και εκείνη εγκαταστάθηκε στις πόλεις Αίκς και Μασσαλία.
Αργότερα αποσύρθηκε σε ερημική περιοχή της Προβηγκίας, στο Saint Baume (= Άγιον Όρος), όπου ασκήτεψε για χρόνια σε σπήλαιο, διάγοντας ενάρετη ζωή και τρέφονταν από έναν άγγελο.
Κοιμήθηκε ειρηνικά και ετάφη από τον άγιο Μαξιμίνο, τον πρώτο Επίσκοπο της πόλεως Αίκς.
Σήμερα σώζεται η σαρκοφάγος του ιερού σκηνώματός της, στην πόλη «Άγιος Μαξιμίνος», κατασκευασμένη από αλάβαστρο, σε ανάμνηση του αλαβάστρινου δοχείου που περιείχε το μύρο, με το οποίο μύρωσε το Χριστό. Σώζεται επίσης πολύτιμη λειψανοθήκη, με την ευωδιάζουσα τίμια κάρα της.
Τέλος στην πόλη Βεζελαί σώζονται τα μαλλιά της, με τα οποία σκούπισε τα πόδια του Κυρίου.
Η μνήμη των αγίων Μάρθας και Μαρίας τιμάται στις 4 Ιουνίου.


Του Λάμπρου Κ. Σκόντζου Θεολόγου – Καθηγητού στην Romfea.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια