ΟΤΑΝ ΒΛΕΠΕΙΣ ΤΟ ΚΑΚΟ ΣΕ ΕΝΑ ΑΝΘΡΩΠΟ...!!!

 ΟΤΑΝ ΒΛΕΠΕΙΣ ΤΟ ΚΑΚΟ ΣΕ ΕΝΑ ΑΝΘΡΩΠΟ...!!!

Κάποτε, ἕνας μοναχὸς κάποιας Μονῆς παρακάλεσε τὸν Θεὸ νὰ τοῦ ἀνοίξει τὰ μάτια, γιὰ νὰ βλέπει σὲ κάθε ἄνθρωπο τὴν κρυμμένη κακία καὶ νὰ μπορεῖ ἔτσι νὰ προτρέχει σὲ βοήθεια. Ὄταν ὁ Κύριος εἰσάκουσε τὴν προσευχή του, ὁ μοναχὸς προσπάθησε νὰ ἐντείνει τὶς προσπάθειες του, καθὼς τώρα διέκρινε μὲ σαφήνεια τὸ κακό. Ἐξ αἰτίας ὅμως τῆς πνευματικῆς του ἀνωριμότητας, τὸ κακὸ τὸν γέμισε τρόμο καὶ, στὴ συνεχεία, ἔνιωσε ἀηδία καὶ τελικὰ ἀποστροφὴ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους.
Μιὰ μέρα, ἔφτασε στὸ μοναστήρι κάποιος ποὺ ἤθελε νὰ μιλήσει μὲ τὸν γέροντα τῆς Μονῆς. Ὁ μοναχὸς ποὺ εἶχε ἀξιωθεῖ νὰ βλέπει τὸ κακό, βλέποντας πόσο ἁμαρτωλὸς καὶ βαθιὰ ἐξαχρειωμένος ἦταν ὁ ἐπισκέπτης, τοῦ εἶπε τὰ ἑξῆς: «Πῶς τολμᾶς νὰ ἐμφανίζεσαι καὶ νὰ ζητᾶς τὸν γέροντα, ἔτσι ὅπως εἶσαι; Ἡ παρουσία σου τὸν προσβάλλει»! Ὁ ἐπισκέπτης ἔφυγε. Ὁ γέροντας τότε κάλεσε τὸν μοναχὸ καὶ τὸν ρώτησε, ἂν εἶχε ἔλθει κανείς.
«Ναί», ἀπάντησε ὁ μοναχός.
«Καὶ γιατί δὲν εἶναι ἐδῶ;», ξαναρώτησε ὁ γέροντας.
«Τὸν ἔδιωξα…».
Ὁ γέροντας τὸν κοίταξε καὶ τοῦ εἶπε: «Δὲν σκέφτηκες, ὄτι ἴσως αὐτὴ ἦταν ἡ τελευταία εὐκαιρία τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ;». Ὁ νεαρὸς μοναχὸς ταραγμένος, ζήτησε ἀπὸ τὸν γέροντα νὰ ἱκετεύσει στὸν Θεὸ, νὰ τοῦ ἀφαιρέσει τὸ διορατικὸ χάρισμα ποὺ εἶχε λάβει. Ὅμως ὁ γέροντας τοῦ ἀπάντησε: «Ὄχι, ὁ Θεὸς δὲν παίρνει πίσω ὅ,τι δωρίζει. Θὰ Τοῦ ζητήσω ὅμως, ὅταν θὰ βλέπεις τὸ κακὸ σὲ κάποιον ἄνθρωπο, νὰ τὸ βιώνεις σὰν νὰ ἦταν δικό σου, ἐπειδὴ καὶ αὐτὸς καὶ ἐσὺ εἶστε μέλη ἑνὸς μοναδικοῦ σώματος, τοῦ σώματος τῆς ἀνθρωπότητας…»
Ὁ ἴδιος αὐτὸς μοναχός, στὰ πλαίσια τῶν περιοδειῶν του, ἔφτασε κάποτε ἔξω ἀπὸ ἕνα σπίτι, ὅπου καὶ ζήτησε φιλοξενία ἢ πιὸ συγκεκριμένα νὰ τοῦ ἐπιτρέψουν νὰ μπεῖ καὶ νὰ τοῦ παραχωρήσουν ἕνα μικρὸ χῶρο γιὰ νὰ προσευχηθεῖ. Δὲν ἱκέτεψε γιὰ καταφύγιο καὶ στέγη, παρὰ μόνο γιὰ τὸ δικαίωμα νὰ κάνει τὴν προσευχή του. Ὁ οἰκοδεσπότης ξαφνιάστηκε καὶ, ὅταν ὁ φιλοξενούμενός του μπῆκε στὸ δωμάτιο καὶ ἄρχισε νὰ προσεύχεται, ἔστησε αὐτί. Ξαφνικὰ ἄκουσε τὸν μοναχὸ νὰ προσεύχεται κλαίγοντας καὶ νὰ ἐξομολογεῖται στὸν Θεὸ τὰ ἁμαρτήματα τοῦ οἰκοδεσπότη (ποὺ ἦταν ἄνθρωπος κακός, φορτωμένος μὲ πολλὰ ἁμαρτήματα) σὰν νὰ τὰ εἶχε διαπράξει ὁ ἴδιος. Ἀκούγοντας ὅλα του τὰ ἁμαρτήματα, ὁ οἰκοδεσπότης εἶδε τὸν ἑαυτό του. Μέσα ἀπὸ τὰ μάτια ἐκείνου τοῦ δίκαιου ἀνθρώπου, κοίταξε τὸν δικό του ἑαυτό. Τρόμαξε, ἄρχισε νὰ μετανοεῖ καὶ νὰ κλαίει. Ἐξομολογήθηκε στὸν μοναχὸ ἐκεῖνο καὶ, μόλις τελείωσε, εἶχε πιὰ θεραπευτεῖ.


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια